Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

Γιάννης Σκαρίμπας



Γεννήθηκε το 1893 στις 28 Σεπτεμβρίου, στην Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος από τον Ευθύμιο Σκαρίμπα και την Ανδρομάχη Σκαρτσίλα. Το 1984 πεθαίνει σε ηλικία 91 χρόνων, στις 21 Ιανουαρίου, και κηδεύεται με δημοτική δαπάνη στην αγαπημένη του πόλη, τη Χαλκίδα, στο λόφο του Καράμπαμπα.

Χωρίς αμφιβολία ο Γιάννης Σκαρίμπας υπήρξε μια πολυδιάστατη φυσιογνωμία των Ελληνικών Γραμμάτων αφού ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη του γραφτού λόγου (διήγημα, νουβέλα, ποίηση, μυθιστόρημα, ιστορικό δοκίμιο, θέατρο, Καραγκιόζη, σχολιογραφία κ.λ.π.)

Και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του συνόλου των κριτικών και των μελετητών του στη χώρα μας, σφράγισε με την παρουσία του την ελληνική ηθογραφία, για να συνεχίσει αργότερα σε άλλους χώρους που δεν είχαν καμιά σχέση με τον παραδοσιακό τρόπο γραφής.

Προικισμένος με μια υπερτροφική φαντασία και σπάνια λογοτεχνική ενόραση είχε τη δυνατότητα να κινείται με άνεση στους χώρους που προαναφέραμε χρησιμοποιώντας το δικό του τρόπο γραφής που τον καθιέρωσε από την πρώτη του παρουσία στα Ελληνικά Γράμματα.

Η πρώτη του εμφάνιση πραγματοποιήθηκε στα 1929, περίοδο που η Λογοτεχνία μας περνούσε κρίση καθώς οι συγγραφείς εκείνου του καιρού (Καρκαβίτσας, Θεοτόκης, Χατζόπουλος κ.ά.) μέσα από το χώρο της ηθογραφίας, επαναλάμβαναν σχεδόν ο ένας τον άλλο, χωρίς να προσθέτουν τίποτα καινούριο, πράγμα που η κριτική είχε επισημάνει από την αρχή.

Τότε ο Σκαρίμπας με το διήγημα του «Καπετάν Σουρμελής ο Στουραϊτης» που παρέδωσε στην κρίση των μελών της Κριτικής Επιτροπής (μεγάλα ονόματα τότε στη Λογ/νία μας: Φώτης Κόντογλου, Λεων. Κουκούλας, Κωστής Μπαστιάς κ.ά.) του περιοδικού «Νεοελληνικά Γράμματα», απέσπασε ομόφωνα το πρώτο βραβείο του Διαγωνισμού για «το πρωτότυπο ύφος του, την εκρηκτική του γλώσσα και τις πλούσιες εικόνες του που μοιάζουν με λαϊκές ζωγραφιές».

Έτσι καθιερώθηκε από την πρώτη του κιόλας εμφάνιση σαν συγγραφέας με δικό του προσωπικό ύφος, το περίφημο «α-λα-Σκαρίμπα» ύφος, όπως το αποκάλεσε τότε ο Κόντογλου αλλά και άλλοι μετέπειτα μελετητές του.

Μα ο Σκαρίμπας πνεύμα ανήσυχο και δημιουργικό με φαντασία αχαλίνωτη θα προχωρήσει τρία (3) χρόνια αργότερα (1932) στην έκδοση ενός καινούριου βιβλίου του («το θείο τραγί») και στα 1935 ενός άλλου βιβλίου του (ο «Μαριάμπας») του ίδιου με το προηγούμενο style.

Και στα δυο αυτά βιβλία, όλα έρχονται τα πάνω - κάτω: Το γράψιμο γίνεται πιο άτσαλο, πιο αναρχικό. Το πραγματικό μπλέκεται με το φανταστικό, το κωμικό με το δραματικό. Και για πρώτη φορά το παράλογο θα κάμει την εμφάνισή του στη Λογοτεχνία μας. Αυτό θα φανεί πιο έντονα και στο πρώτο θεατρικό έργο του Σκαρίμπα τον «ήχο του κώδωνος» που παίχτηκε στη Χαλκίδα στα 1942 και πριν ακόμα ο Ιονέσκο -που θεωρείται ο πατέρας του παράλογου θεάτρου- παρουσιάσει (στα1948) το έργο του «Η φαλακρή τραγουδίστρια».

Συνεχίζουμε εδώ την απαρίθμηση και άλλων έργων του Σκαρίμπα: Το Βατερλό δυο γελοίων, η Μαθητευόμενη των τακουνιών, σπαζοκεφαλιές στον ουρανό, τυφλοβδομάδα στη Χαλκίδα, όλα γραμμένα στο ίδιο παράλογο ύφος που προαναφέραμε, με την παρουσία ενός νέου κεντρικού προσώπου στα έργα αυτά του Οικτιήρωα, στη θέση του κλασικού ήρωα.

Εδώ πλέον οι άνθρωποι που περιγράφονται είναι όλοι αντικοινωνικοί, ζουν μακριά από την κοινωνία και την οικογένεια, άνθρωποι περιθωριακοί θα λέγαμε που στη συμπεριφορά και στη δράση τους καθρεφτίζεται η άσχημη πλευρά της ζωής.

Ο Σκαρίμπας παράλληλα με τον πεζό λόγο ασχολήθηκε και με την ποίηση που παρά τις ακροβασίες που έκανε στο στίχο και στη φόρμα της διατήρησε τη μουσικότητά της. Δεν ήταν κοινωνική ή πολιτική η μορφή της Σκαριμπικής ποίησης. Ήταν απλώς τραγούδι. Ελεγειακό ή ερωτικό είχε αυτό το περίφημο «α-λα-Σκαρίμπα» ύφος. Πολλά από τα ποιήματα του Σκαρίμπα μελοποιήθηκαν από αξιόλογους συνθέτες (Γ. Σπανός, Σαρ. Κασάρας, Χρ. Λεοντής, Άσημος κ.ά.) και κυκλοφόρησαν σε δίσκους.

Ιδιαίτερο πάθος και αγάπη έτρεφε ο Σκαρίμπας για τον Καραγκιόζη που τον θεωρούσε το γνησιότερο είδος λαϊκού θεάτρου αφού μέσα απ’ αυτόν εκφράζονταν τα όνειρα κι οι καημοί του λαού κι ακόμα γιατί οι ρίζες του βυζαίνουν στην αρχαία μας παράδοση. Έγραφε σχετικά με το θέμα αυτό σε κάποιο βιβλίο του: «Τούτος ο ξυπόλυτος έρχεται ντρίτα από τα μυστήρια: τα ορφικά, τα ελευσίνια, τα διονύσια, όπως ο άνθρωπος έρχεται ντρίτα από τη μόδα. Ντεμοντέ είναι μόνον οι νεκροί, ενώ και η καρδιά του Έθνους δεν χτυπάει στα νάιτ-κλαμπ ούτε στα σαλονειακά κουκουβαγεία της Αθήνας».

Έπαιζε κι ο ίδιος Καραγκιόζη στο ταρατσάκι του σπιτιού του στον Καράμπαμπα, επιτρέποντας την είσοδο μόνον στις λαϊκές γυναίκες της γειτονιάς με εξαίρεση της έγκυες, γιατί όπως έλεγε «υπήρχε ο κίνδυνος να αποβάλλουν από τα πολλά γέλια». Για τους πιτσιρικάδες το εισιτήριο ήταν ενάμισι! αυγό...

Είχε κατασκευάσει και δικής τους έμπνευσης φιγούρες, τον «Κόντε Ρεπανάκια» και «Διαμάντω» που ξεχώριζαν για το ιδιόρρυθμο style της κατασκευής τους.

Αργότερα και στις αρχές της δεκαετίας του 60, όταν τα ρεύματα της μοντέρνας ζωγραφικής (εξπρεσιονισμός κ.ά.) έκαναν δυναμικά την παρουσία τους στη χώρα μας, ο Σκαρίμπας επηρεασμένος ίσως από τη στενή φιλία του με το Φώτη Κόντογλου αλλά και από την ίδια του την έφεση για τα εικαστικά, θα κατασκευάσει από τα πιο ευτελή και άχρηστα υλικά τις περίφημες φιγούρες του Καραγκιόζη, σπουδές πιο πολύ στην εικαστική πρωτοπορία εκείνου του καιρού, παρά εργαλείο για την τελετή παράστασης Καραγκιόζη επάνω στο πανί.

Ο Σκαρίμπας έγραψε και θεατρικά έργα με κορυφαίο τον «Ήχο του κώδωνος» και άλλα στο ίδιο ύφος του παράλογου όπως: το «Σεβαλιέ Σερβάν της κυρίας», την «Κυρία του τραίνου», τον «πάτερ Συνέσιο», τα «Καγκουρώ», το «σημείο του σταυρού» κ.ά.

Σημαντική ήταν η προσφορά του Σκαρίμπα και στην ιστορία που όπως πίστευε δεν έδιδε την πραγματική εικόνα του εθνικού μας βίου κομμένη και ραμμένη όπως ήταν στα μέτρα των εκάστοτε κατεστημένων από τους εκπροσώπους τους, Παπαρηγόπουλο, Κόκκινο, Μαρκεζίνη, «σφουγκοκωλάριους» και «σπαζομεσίτες» όπως τους αποκαλούσε.

Έτσι ύστερα από πολύχρονες προσπάθειες και θυσίες κατόρθωσε να συγκεντρώσει πολύτιμα στοιχεία και να γράψει το πολυσυζητημένο τρίτομο έργο του, το «Εικοσιένα και η αλήθεια» που προκάλεσε αληθινό σάλο η έκδοσή του καθώς μέσα από τις σελίδες του ο Σκαρίμπας απομυθοποιεί πρόσωπα και γεγονότα δίνοντας τις αληθινές διαστάσεις στην εποποιία του 21.

Δε γράφει βέβαια ιστορία -με τη σωστή έννοια του όρου- στο τρίτομο αυτό έργο του ο Σκαρίμπας. Άνοιξε όμως διαδρόμους μέσα από τους οποίους οι ιστορικοί του μέλλοντος θα πορευτούν για ν’ ανακαλύψουν την κρυμμένη στα βαθιά σκοτάδια και τη σκόνη των Κρατικών Αρχείων την αληθινή ιστορία του τόπου μας, που ως τότε ήταν τροφή των ποντικών, της υγρασίας των υπογείων.

Στις αγαπημένες ενασχολήσεις του Σκαρίμπα εντάσσεται κι η Σχολιογραφία. Με το οξύ, ευθύβολο, σαρκαστικό και μαχητικό του πνεύμα θα βάλει προς κάθε ύποπτη κατεύθυνση όπου δειλοί και «κατεστημένοι» της πολιτικής και του πνεύματος, εθνικοί μειοδότες και προσκυνημένοι της εξουσίας και των ξένων «προστατών» μας θα δέχονται συνεχώς τα πυρά του και ο βρώμικος ρόλος τους θα αποκαλύπτεται συνεχώς.

Σε μερικές ωστόσο περιπτώσεις το πάντα ανήσυχο, μαχητικό και ετοιμοπόλεμο πνεύμα του θα μεταλλάζει σε καλοκάγαθη σάτυρα φωτίζοντας μερικές πλευρές της καθημερινής ζωής.

Σπουδαία ήταν η συμμετοχή του Σκαρίμπα και στην αντιπολεμική Λογοτεχνία. Με τα περίφημα βιβλία του «Περίπολος Ζ» και «φυγή προς τα εμπρός» (προσωπικές του εμπειρίες από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο) γραμμένα στο γνωστό παράλογο ύφος του εντάσσονται στο πλευρό και των άλλων κορυφαίων της χώρας μας:

Του Στρατή Μυριβήλη με τη «Ζωή εν τάφω»

Του Ηλία Βενέζη με το «Νούμερο»

Του Στρατή Δούκα με την «Ιστορία ενός αιχμαλώτου»

Του Ζήση Σκάρου με τις «Κλούβες»

Αμείλικτο κατηγορώ εναντίον του πολέμου και ύμνο-θούριο στην ειρήνη θεωρούν οι ειδικοί τα δύο αντιπολεμικά βιβλία του Σκαρίμπα που παραπάνω αναφέραμε.

Ο Σκαρίμπας έχει απασχολήσει και αρκετά συχνά απασχολεί τα Μ.Μ.Ε. της χώρας μας και πολλών ξένων χωρών (Β.Β.C του Λονδίνου, Ντόιτσε Βέλε, Μόσχα, Σουηδία κ.ά.). Ενώ μια σειρά εκδοτικοί οίκοι στη χώρα μας (Ζαχαρόπουλος, Σύγχρονη Εποχή, Κάκτος, Νεφέλη κ.ά.) συχνά εκδίδουν τα έργα του, ενδεικτικό του ενδιαφέροντος ενός μεγάλου αναγνωστικού κοινού.

Ο μπαρμπα-Γιάννης πολιτογραφήθηκε μέσα μας σαν μια συνείδηση, τόσο εθνική όσο και λαϊκή. Ήταν ένας απέραντος ποταμός σοφίας -λαϊκής σοφίας-, γνώσης, σπουδής, πάθους για τη γυμνή αλήθεια και αγωνιστικότητα.

Είτε θυμόσοφος, είτε οργισμένος, είτε είρωνας σαρκαστής ο Γιάννης Σκαρίμπας ήταν η φωνή του καθένας μας. Του άγνωστου Έλληνα που δεν είχε ποτέ φωνή, που δεν έμαθε παρά όσα του δίδαξαν και κάποτε το κατάλαβε και εξεγέρθηκε μετρώντας μια-μια τις τύψεις της κυρίαρχης τάξης, της κυρίαρχης ιδεολογίας, της κυρίαρχης «ιστορίας», της κυρίαρχης αρλουλοπολογίας, που ποτέ τους δεν μπόρεσαν να τον κοιτάξουν κατάματα και να τον αντιμετωπίσουν «στα ίσια».

Στοχαστής μοναδικός και φύση ανήσυχη δεν μπόρεσε ποτέ του να βολευτεί με τη συμβατικότητα. Έμεινε απροσκύνητος, μέχρι τα στερνά του και πάντα οπλισμένος με το δραστικό λόγο του που δεν «χάριζε κάστανα» χωρίς ποτέ του να θεωρεί ότι είναι σπουδαίος.


ΠΗΓΗ: www.servitoros.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου