Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008

Το «μέλαν έλαιον» και οι Ευβοείς



Ερετριείς ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, οι πρώτοι Έλληνες που γνώρισαν τον «μαύρο χρυσό»

Δύο επίκαιρα αλλά άσχετα μεταξύ τους γεγονότα στάθηκαν αφορμή για το σημερινό μου κείμενο. Το πρώτο έχει να κάνει με το πετρέλαιο που, εξαιτίας του ξέφρενου ρυθμού ανόδου της τιμής του που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό, αποτελεί καθημερινό θέμα στα μαζικά μέσα ενημέρωσης. Αυτή η εκτόξευση της τιμής του υποχρεώνει, εκτός των άλλων, τους χαμηλόμισθους, τώρα που τα πρώτα χιόνια κάνουν την εμφάνισή τους, να αναζητούν θερμαντικά μέσα... μη συμβατά με την εποχή μας. Το δεύτερο, που πέρασε μάλλον απαρατήρητο από τα μεγάλα έντυπα και τα τηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης, είναι ένα διεθνές συνέδριο που έγινε το μήνα αυτό στη Χαλκίδα με θέμα τους Ευβοείς κατά την αρχαιότητα. Οι Ευβοείς, ως γνωστόν, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις γόνιμες επαφές του ελληνικού κόσμου με την Ανατολή αμέσως μετά την πτώση των μυκηναϊκών κέντρων και οπωσδήποτε πρωταγωνίστησαν στην εξάπλωση του ελληνισμού στο βορειοελλαδικό χώρο και στη μακρινή Δύση.

Επειδή πιθανόν πολλοί θα αναζητούν το συνδετικό κρίκο των δυο αυτών γεγονότων που προκάλεσε το θέμα της επιφυλλίδας μου, σπεύδω να δώσω τις απαραίτητες διευκρινίσεις. Ευβοείς και ειδικότερα Ερετριείς ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, οι πρώτοι Έλληνες που ήλθαν σε άμεση επαφή και γνώρισαν το «μαύρο χρυσό» των καιρών μας. Οπωσδήποτε σε περιοχές όπου το πετρέλαιο έφτανε από μόνο του στην επιφάνεια του εδάφους, οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί γύρω πρέπει γρήγορα να διαπίστωσαν τις βασικές του ιδιότητες. Επομένως η χρήση του για φωτισμό και θέρμανση πρέπει να άρχισε από πολύ παλιά.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το 499 π.X. η ένοπλη προσπάθεια των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και μάλιστα των Ιώνων να απαλλαγούν από τον περσικό ζυγό βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Οι Αθηναίοι με τους Ερετριείς είναι οι μόνοι από τους Έλληνες του μητροπολιτικού κέντρου που σπεύδουν να τους βοηθήσουν, έστω και με μικρές δυνάμεις. Οι Πέρσες καταστέλλουν τελικά την εξέγερση και συγχρόνως ετοιμάζονται να τιμωρήσουν την Αθήνα και την Ερέτρια για τη βοήθεια που προσέφεραν στους επαναστατημένους Ιωνες. Έτσι το 490 π.X. περσικός στόλος καταπλέει στο Αιγαίο και φτάνει έξω από την Ερέτρια. Σε λίγο τα περσικά στρατεύματα εξουδετερώνουν την αντίσταση των υπερασπιστών της πόλης, την πυρπολούν και συλλαμβάνουν τους κατοίκους της αιχμαλώτους. Ήταν τόση η οργή των Περσών εναντίον των Ερετριέων ώστε αν και υπέστησαν λίγο αργότερα ταπεινωτική ήττα από τους Αθηναίους στο Μαραθώνα, δεν άφησαν τους αιχμαλώτους ελεύθερους. Κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα τους πήραν μαζί τους και τους οδήγησαν στα Σούσα, στην πρωτεύουσα του περσικού κράτους, κοντά στο μυχό του Περσικού κόλπου. Αρχαίες γραπτές μαρτυρίες κάνουν λόγο για περίπου 800 άτομα, ανάμεσά τους γυναίκες με παιδιά, αλλά στα Σούσα έφτασαν περίπου οι μισοί, καθώς οι υπόλοιποι αποδεκατίστηκαν από τις κακουχίες κατά τη μεταφορά τους στα βάθη της Ασίας. Ο Δαρείος μόλις τους είδε μπροστά του σε άθλια κατάσταση τους λυπήθηκε και τους χάρισε τη ζωή. Δεν τους επέτρεψε όμως να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα τους. Τους προώθησε στα Αρδέρικκα, μια περιοχή κάπου 30 χλμ. βόρεια από τα Σούσα, στα σημερινά σύνορα Ιράκ - Ιράν, κοντά σε μια πετρελαιοπηγή, από την οποία, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, έβγαινε άσφαλτος, αλάτι και «μέλαν έλαιον», ένα παχύρρευστο υγρό με βαριά μυρωδιά, που οι Πέρσες ονόμαζαν «ραδινάκη».

Ωστόσο οι δύσμοιροι Ερετριείς δεν πλούτισαν παρά το γεγονός ότι η νέα τους πατρίδα βρισκόταν δίπλα σε μια πετρελαιοπηγή. Αντίθετα μάλιστα η δυστυχία τους μεγάλωσε ακόμη περισσότερο. (Κάτι που διαπιστώνεται και στις μέρες μας). Γιατί η άσφαλτος είχε δηλητηριάσει τα χώματα της περιοχής και τα είχε καταστήσει ακατάλληλα για καλλιέργειες, ενώ και το νερό που έπιναν, γεμάτο αλάτι, τους έτρωγε τα σωθικά και τους έστελνε μια ώρα αρχύτερα στον τάφο. Μόνο πάνω σ' ένα γειτονικό λόφο μπορούσαν να καλλιεργήσουν κάτι, αλλά και πάλι την όποια σοδειά τους έρχονταν και τους την άρπαζαν οι αλλοεθνείς γείτονές τους. Για τους Ερετριείς αυτούς - που πετυχημένα τους είχαν παρομοιάσει, εξαιτίας των ριζικών μεταβολών στον τρόπο ζωής τους, με ψάρια που τα είχαν ρίξει στη στεριά και σπαρταρούσαν - εκτός από τις πληροφορίες του Ηροδότου, διαθέτουμε και ορισμένες άλλες οψιμότερες πηγές. H παρουσία τους στα βάθη της Ασίας ως τα χρόνια της εκστρατείας του M. Αλεξάνδρου θα πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανή, αντίθετα υπάρχουν σοβαρές επιφυλάξεις αν είχαν επιζήσει και ως τον 1ο αι. μ.X., την εποχή του φιλοσόφου και θαυματοποιού Απολλωνίου του Τυανέως, όπως ισχυρίζεται ο Φιλόστρατος Φλάβιος (2ος-3ος αι. μ.X.).

Φαίνεται ωστόσο ότι για πολλά χρόνια διατήρησαν τη γλώσσα τους και φρόντισαν να κτίσουν στα αφιλόξενα αυτά μέρη αρχιτεκτονήματα οικεία σ' αυτούς, π.χ. ελληνικούς ναούς, για να τους θυμίζουν τη μακρινή πατρίδα. Συχνά τα μνήματά τους τα διακοσμούσαν με πλεούμενα - ως γνήσιοι απόγονοι των περίφημων Ερετριέων «αειναυτών» που για πολλά χρόνια πρωταγωνιστούσαν στη Μεσόγειο - και συνόδευαν τα ονόματα των νεκρών τους με νοσταλγικά ελεγεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου